ΦΩΤΙΑ ΣΤΑ ΣΑΒΒΑΤΟΒΡΑΔΑ


          

Είναι Σάββατο βράδυ και δεν θα κάνω τίποτα.
Όταν δεν κάνεις κάτι είσαι ένα τίποτα.
Αυτό το σαββατόβραδο είμαι ένα τίποτα.
 Είναι τρομερή η δύναμη του σαββατόβραδου. Λειτουργεί σαν πολλαπλασιαστής, επιταχυντής και ακραίος δικαστής της μοναξιάς. Η μοναξιά και τα σαββατόβραδα έχουν από χρόνια τσακωθεί. Η σχέση τους στηρίζεται στον χλευασμό και την κακοποίηση. Πόσο τρέμει η μοναξιά στο άκουσμα του Σαββάτου. Τα σαββατόβραδα δεν μοιάζουν με τίποτε άλλο. Καμία άλλη μέρα δεν συμβολίζει τόσα πολλά. Τα σαββατόβραδα έχουν φτιαχτεί για να διαδραματίζουν τον ρόλο του δυνάστη. Είναι οι δυνάστες της καταναγκαστικής ευφορίας. Είναι το σημείο κατατεθέν από το οποίο κρίνεται η κοινωνική λειτουργικότητα σου. Πώς το «τι δουλειά κάνεις» είναι η φράση πάνω στην οποία δομείται η ταυτότητα σου, έτσι πάνω στο «τι έκανες το Σάββατο» κρέμεται όλη η εύθραυστη κανονικότητα σου. Δεν υπάρχει πιο σκληρή μέρα από το Σάββατο. Οφείλεις εκει μέσα να στριμώξεις όλες τις επιθυμίες που μαστίγωνες και αιχμαλώτιζες όλη την εβδομάδα. Είναι η μέρα που έχει οριστεί κοινωνικά ως η μέρα προαυλισμού των πιο καταπιεσμένων σου κομματιών. Η νύχτα του Σαββάτου. Αχ, ατελείωτη πασαρέλα. Μακιγιαρισμένα μάτια, λικνίσματα, αργές κινήσεις σχεδόν τελετουργικές. Έτσι για να ξορκίσω τον ατελείωτο αγώνα δρόμου πίσω από το μετρο, το ρολόι στο γραφείο, την κάρτα, τον χρόνο, τον Χρόνο τον ΧΡΟΝΟ.
 Σάββατο βράδυ και εκδικούμαι τον χρόνο. Ντύνομαι αργά. Μασκαρεύομαι με ιεροτελεστία. Μπορώ να αργήσω στο ραντεβου. Η μάλλον οφείλω να αργήσω στο ραντεβού. Σάββατο βράδυ. Όλα επιτρέπονται. Ο χρόνος θα ηττηθεί. Μπορώ να τον ξεγελάσω. Για να μπορώ από Δευτέρα να ανεχτώ ξανά την επικυριαρχία του.  Σάββατο βράδυ. Είμαι ένας άλλος. Πέταξα από πάνω μου τα κουρασμένα μου ρούχα, τα φθαρμένα μου μάτια, το κορμί που πονάει. Πέταξα από πάνω μου τον εργαζόμενο εαυτό μου. Αυτόν τον φοβισμένο, αυτόν το συρρικνωμένο, τον εγκεταλελειμένο, τον αιχμάλωτο.
 Σάββατο βράδυ και δεν υπάρχουν αφεντικά. Είμαι εγώ το αφεντικό του εαυτού μου. Ορίζω την διασκέδαση μου. Ορίζω δηλαδή τον διασκορπισμό μου. Σάββατο βράδυ και θα βάλω τον καθημερινό εαυτό μου για ύπνο νωρίς. Μετά θα βγάλω τον λαμπερό εαυτό μου από την ντουλάπα. Θα τον ξεσκονίσω λίγο και μετά θα του ισιώσω τις πιέτες. Θα τον αγγίζω απαλά όπως αγγίζει κανείς ένα πουκάμισο από δαντέλα από αυτά που φορά κανείς τις Κυριακές, στην εκκλησία. Σάββατο βράδυ. Η εκκλησία της κοινωνικής ζωής. Ο βωμός που πάνω του θυσιάζονται όλοι οι φόβοι, οι απογοητεύσεις και τα αδιέξοδα της εβδομάδας.
 Σάββατο βράδυ. Ευκαιρία να ξαναγίνουμε για λίγο άλλοι. Για να μην δούμε ποτέ ποιοι θα μπορούσαμε να γίνουμε στ’ αλήθεια. Σάββατο βράδυ. Η μέρα για την οποία φτιάχτηκε ο καθρέφτης. Η ημέρα που η εικόνα λατρεύεται. Η ημέρα των μορφοειδώλων. Η ημέρα που μπορεί ο καθένας να γίνει κάτι. Η ημέρα που καταργούνται για λίγο όλες οι διακρίσεις. Ακόμα και οι ταξικές διαφορές. Η ημέρα που μπορείς να βρεθείς στον ίδιο χώρο με το αφεντικό σου. Μπορείς να πιεις από το ίδιο ποτό. Είσαι δίπλα του. Τον κοιτάς. Δεν μπορεί να σε ορίσει. Δεν μπορεί να σε διατάξει. Σάββατο βραδυ. Όλοι είμαστε ίσοι. Όλη την εβδομάδα κάνω οικονομία. Μου αξίζουν τα καλύτερα. Για κάτι τέτοιες στιγμές αξίζει η ζωή..
 Αχ, Σάββατο βράδυ. Μπορώ να είμαι δίπλα σε όποιον εγώ διαλέξω. Μακριά από αυτούς που παραμιλάνε στο μετρό, μακριά από αυτούς που λαγοκοιμούνται εξαντλημένοι στα λεωφορεία, μακριά από τα σφιγμένα χείλη, τα πυρωμένα μάτια, τα θυμωμένα πρόσωπα. Μακριά… Είναι Σάββατο βράδυ και φοράω το πιο λαμπερό μου χαμόγελο. Η ζωή είναι όμορφη. Κ εγώ το ίδιο. Σάββατο βράδυ. Μπορώ να φαντασιωθώ πως είμαι κάποιος άλλος, να ονειρευτώ ανέξοδα. Να ζήσω σαν να..
 Σαν να είναι η ζωή αλλιώς… Σαν να ήμουν κάποιος άλλος…Σαν να μπορώ να ορίσω την ζωή μου…σαν να… ωσαννά.
Σάββατο βράδυ. Η ημέρα των απολαύσεων, των διεγέρσεων, των ηδονών. Η Ημέρα που συμβαίνει κάτι, που κάτι κινείται, που υπάρχω ξανά. Από Δευτέρα πάλι.. Ρολόι, 821, μετρό, αγωνία. Και ο χρόνος που ξαναπαίρνει τα ηνία. 
Γ. Σκαπέτη

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου