Φιλί για καληνύχτα

                                           

            Στον ύπνο του το βράδυ ονειρεύτηκε. Μετά από πολύ καιρό. Είδε τον εαυτό του παιδί. Τη μητέρα του να τον φιλάει στο μέτωπο για καληνύχτα και να τον σκεπάζει με την πλεχτή κουβέρτα μέχρι το λαιμό.
            Ήταν 8 χρονών όταν πέρασαν τα σύνορα. Δεν θυμάται πολλά. Σκηνές σκόρπιες. Να περνάν το ποτάμι στο σκοτάδι. Δεν είχε φεγγάρι και δεν μπορούσε να δει τίποτα. Ένοιωθε μόνο το χέρι της μητέρας του να τον κρατάει και να τον σέρνει πίσω της στα νερά.
            Θυμάται το νερό. Ήταν παγωμένο. Ένοιωθε πως θα του κόβονταν τα πόδια.
            Θυμάται μια γλυκιά γεύση στο στόμα κάθε φορά που έλεγε πως πεινούσε. Ζαχαρόνερο κατάλαβε πως ήταν κάποια χρόνια μετά.
            Θυμάται μια μπάντα με μουσικούς του δρόμου στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου λίγους μήνες αφού είχαν φτάσει. Είχε μείνει ώρα πολλή και τους χάζευε.
            Θυμάται την ησυχία τις νύχτες. Χωρίς αεροπλάνα, χωρίς σειρήνες.
            Θυμάται την πρώτη μέρα σε ελληνικό σχολείο. Δύσκολα ήταν. Μπήκε σε τάξη με μικρότερα παιδιά γιατί δεν ήξερε καλά τη γλώσσα.
            Το πρωί που ξύπνησε θυμήθηκε τ’ όνειρο.  Το φιλί της μητέρας του στο μέτωπο και την τραχιά αίσθηση της πλεχτής κουβέρτας στο λαιμό του.
            Έβαλε ένα τζιν κι ένα πράσινο μπλουζάκι και κατέβηκε να πάρει το μετρό. Τα είχε καταφέρει. Είχε μπει πέρσι στο Πανεπιστήμιο, στο Μαθηματικό. Για να τα βγάλει πέρα δούλευε τα βράδια σ’ ένα φαστ- φουντ στην Ομόνοια. Ποτέ δεν παραπονιόταν.
            Έβαλε ένα τζιν κι ένα πράσινο μπλουζάκι και κατέβηκε να πάρει το μετρό. Στα μισά της διαδρομής κατάλαβε πως τρία άτομα τον ακολουθούσαν. Επιτάχυνε το βήμα κι έκαναν κι αυτά το ίδιο. Όταν άρχισε να τρέχει θυμήθηκε απλώς τις μέρες εκείνες που η ειρήνη ήταν μόνο κάποιες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.
Βένια Σταματιάδη

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου