Ο βασιλιάς είναι γυμνός




Ένα τυπικό απόγευμα στη δουλειά...
- «Κυρία, κυρία ο Γιάννης με είπε γαμιόλα»
- ;;;;
(Δεν συνειδητοποιώ αμέσως τι μου είπε το 8χρονο κοριτσάκι με τα κοτσιδάκια και τα τεράστια μάτια)
- «Τι είπες Βάσια μου;»
- «Με είπε γαμιόλα.»
-«Ποιος;»
- «Ο Γιάννης κυρία.»
-«Ωραία.»

-«Γιαννάκη τι είπες στη Βάσια;» (στοιχηματίζοντας ότι το επίσης 8χρονο αγοράκι δεν ξέρει καν τη σημασία της λέξης)
-«Δεν το είπα κυρία!»
-«Η Βάσια λέει πως το είπες.»
-«Δεν το είπα κυρία.»
-«Το είπε, το είπε κυρία, την είπε γαμιόλα!!!» (χορωδιακά, τα υπόλοιπα 8χρονα της τάξης)
-«Δεν την είπα κυρία, αλήθεια!»

Δεν ξέρω αλήθεια, πως από τότε που ήμαστε 5,6,7,8 ετών, ενω μας μάθαιναν να λέμε πάντα την αλήθεια, εμείς καταλήξαμε να λέμε ψέμματα με κάθε ευκαιρία.
«Πολύ ωραίο το φόρεμά σου», «αδυνάτησες;», «να κανονίσουμε να πάμε για καφέ ρε, να τα πούμε!», «χάρηκα για τη γνωριμία», «σ’αγαπώ».
Ίσως τα ακίνδυνα, μικρά ψέμματα, καθημερινή συνήθεια πλέον, να έχουν γίνει αποδεκτά και ίσως επιθυμητά, αφού η καθαρή αλήθεια είναι δύσκολο να ακουστεί.
Τα ντύνεις με χαμόγελα και υποτιθέμενες καλές προθέσεις, χιούμορ και αυτοσαρκασμό κι άλλα τέτοια γυαλιστερά στολιδάκια, για να μη δεις ότι ο βασιλιάς είνα γυμνός. Να μη δεις ότι και συ βασιλιάς γυμνός είσαι, ντυμένος με τέτοια ψέμματα.
Κι όταν συνηθίσεις τα στολισμένα ψέμματα, σου είναι αδύνατον να δεχτείς  τις γυμνές αλήθειες, αδύνατον, μας πώς να είναι δυνατόν, αδύνατον να τις παραδεχτείς και στον ίδιο σου τον εαυτό. Ακόμα και την πιο ήσυχη σου ώρα, την πιο βαθιά και ώριμη, μόνος.
Ο καλός μου Oscar Wilde είπε πως καλύτερα να προσέχει κανείς τι παριστάνει, επειδή είναι ακριβώς αυτό που παριστάνει, απόλυτα κι αδιέξοδα λοιπόν, γίνονται τα στολιδάκια μέλη και μάτια και τελικά ένα άλλο πρόσωπο και γλώσσα και λόγια κι εαυτός, ένας άλλος εαυτός από αυτόν που ήξερες όλα σου τα χρόνια και δεν τον γνωρίξεις πια και δεν ξέρεις πώς να του φερθείς. Και δεν μπορούν να σε γνωρίσουν αυτοί που δεν σε ξέρουν και πώς να σε γνωρίσουν, μήπως ξέρεις και συ ποιός είναι αυτός που τους μιλάει και τι είναι αυτά που τους λέει;
Και φτάνει τελικά το αδιέξοδο, στοιβαρό και αυστηρό να μη σ’αφήνει να ξεφύγεις από τον ψεμματο-ιστό που έχεις με τα χρόνια υφάνει και σε σφίγγει, σε σφίγγει και δεν μπορείς να κουνήσεις τα άγνωστα σου πια μέλη, ούτε να σαλέψεις τη γλώσσα σου να πεις άγνωστα σε σένα λόγια.
Πότε σταμάτησες να θέλεις να γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος, να είσαι αγαπημένος με τους γύρω σου, πότε σταμάτησες να λες αλήθειες; Πότε έγινες τόσο εγωιστής που νόμισες το αδιέξοδο δεν σε αφορά, πότε σταμάτησε το μυαλό σου ν’ ακούει την καρδιά σου; Πότε σταμάτησες να σκέφτεσαι; Πότε συνήθησες;

-«Γιάννη σε παρακαλώ, πες μου πού την άκουσες αυτήν τη λέξη;»
-«Δεν την είπα κυρία.»
-«Γιάννη είναι κακιά λέξη και μεις θέλουμε να είμαστε καλοί, έτσι δεν είναι;»
-«Δεν την είπα..»
-«Δεν θέλεις να είσαι καλός;»
-«Ναι κυρία.»
-«Τη Βάσια την αγαπάς;»
-«Ναι...»
-«Εσύ Βάσια, αγαπάς το Γιάννη;»
(κεφαλάκι πάνω-κάτω, νεύοντας «ναι»)

Γκόσιπ Γκέρλ (και καλά)

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου